ἐπιστάς

ἐπιστάς
ἐπιστά̱ς , ἐφίστημι
set
pres part act masc nom/voc sg (ionic)
ἐπιστά̱ς , ἐφίστημι
set
aor part act masc nom/voc sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • προφαίνω — ΜΑ [φαίνω] φέρνω στο φως, φανερώνω (α. «προφαίνων, θεοφάντορ, τὸ ἄφυκτον», Μηναί. β. «τοῑσι... θεοὶ τέραα προύφαινον», Ομ. Οδ.) αρχ. 1. επιδεικνύω («οἱ πλουτοῡντες αὐτοὶ καὶ τὰς πορφυρίδας προφαίνοντες», Λουκιαν.) 2. αναδεικνύω, καθιστώ κάποιον… …   Dictionary of Greek

  • ραβδί — το / ραβδίον, ΝΜΑ, και ραβδίο Ν [ῥάβδος] (ως υποκορ. τού ράβδος) 1. μικρή ράβδος ή μικρό κλαδί (α. «και στο ραβδίν του ακούμπησε να πει την αλφαβήτα», Κάλαντα β. «Ἑρμῆς δ ἐπιστὰς τῷ τε ῥαβδίῳ παίων», Βάβρ.) 2. (κατ επέκτ.) καθετί σε σχήμα μικρής… …   Dictionary of Greek

  • БЛАГОВЕЩЕНИЕ ПРЕСВЯТОЙ БОГОРОДИЦЫ — [греч. Εὐαγγελισμός; лат. Annuntiatio], один из главных христ. праздников, посвященный воспоминанию благовестия арх. Гавриила Пресв. Деве Марии и Боговоплощения. Событие Благовещения Согласно Евангелию (Лк 1. 26 38), в 6 й месяц после зачатия… …   Православная энциклопедия

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”